φουτουριστής

φουτουριστής
ο
θηλ. -ίστρια ο οπαδός του φουτουρισμού (βλ. λ.).

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • φουτουριστής — ο, θηλ. φουτουρίστρια, Ν οπαδός τού φουτουρισμού. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. futuriste < futur «μέλλων, μέλλον» (< λατ. futurus) + κατάλ. iste (< ιστής*)] …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • φουτουριστικός — ή, ό, Ν [φουτουριστής] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον φουτουρισμό, που έχει τα χαρακτηριστικά τού φουτουρισμού 2. συνεκδ. εκκεντρικός, αλλόκοτος, ακαταλαβίστικος …   Dictionary of Greek

  • Μαρινέτι, Φιλίπο Τομάζο Εμίλιο — (Filippo Tommaso Emilio Marinetti, Αλεξάνδρεια, Αίγυπτος 1876 – Μπελάτζιο, Κόμο 1944). Ιταλός συγγραφέας και δραματουργός, ιδρυτής του φουτουρισμού. Σπούδασε νομικά στη γενέτειρά του, στο Παρίσι, στην Πάντοβα και στη Γένοβα. Διέμενε διαδοχικά στο …   Dictionary of Greek

  • Σεβερίνι, Τζίνο — (Severini). Ιταλός φουτουριστής ζωγράφος (1883 1966). Στο έργο του το δυναμικό στοιχείο γίνεται αισθητό στη στενά οπτική, νοητική αξία του. Ακόμα και στις πιο αφηρημένες συνθέσεις του διακρίνεται ένα σχήμα κίνησης, στο οποίο νοιώθει κανείς το… …   Dictionary of Greek

  • συγκεκριμένη μουσική — Μουσική που αξιοποιεί, σύμφωνα με ορισμένες θεωρητικές και τεχνικές αρχές, όλες τις πιθανές ηχητικές πηγές. θεωρήθηκε εξέλιξη της κληρονομιάς που άφησε ο Άντον Βέμπερν και είναι αντικείμενο, από το 1948, των πρώτων πειραματισμών και μιας πρώτης… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”